- επιθανάτιος
- 1935 ἐπιθανάτιος{прил., 1}приговоренный к смерти (1Кор. 4:9).*
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. Виктор Журомский. 2006.
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией. — Житомир, Украина. Виктор Журомский. 2006.
επιθανάτιος — ἐπιθανάτιος, α, ο (AM ἐπιθανάτιος, ον) [επιθάνατος] νεοελλ. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται σε ετοιμοθάνατο (α. «επιθανάτιος ρόγχος» β. «επιθανάτια αγωνία») αρχ. μσν. επικήδειος, νεκρικός («μέλος ἐπιθανάτιον») μσν. φρ. «ἐπιθανάτιον γράμμα» η… … Dictionary of Greek
ἐπιθανάτιος — condemned to death masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
επιθανάτιος — α, ο που είναι του ετοιμοθάνατου ή που συμβαίνει την ώρα του θανάτου κάποιου: Επιθανάτιο κρεβάτι. – Επιθανάτιος ρόγχος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐπιθανατίως — ἐπιθανάτιος condemned to death adverbial ἐπιθανάτιος condemned to death masc/fem acc pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθανάτιον — ἐπιθανάτιος condemned to death masc/fem acc sg ἐπιθανάτιος condemned to death neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθανατίοις — ἐπιθανάτιος condemned to death masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθανατίου — ἐπιθανάτιος condemned to death masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθανατίους — ἐπιθανάτιος condemned to death masc/fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθανατίων — ἐπιθανάτιος condemned to death masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθανατίῳ — ἐπιθανάτιος condemned to death masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐπιθανάτια — ἐπιθανάτιος condemned to death neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)